Με θυμάμαι μικρό παιδί ξυπόλητο να τρέχω μαζί με την παρέα μου πίσω από την καταβρεχτήρα του δήμου την δεκαετία του 70. Ένα μεγάλο βυτιοφόρο - συντριβάνι στα δικά μου μάτια... αγκομαχούσε στους στεγνούς και σκονισμένους δρόμους του Αιτωλικού, δροσίζοντας τα καλοκαιρινά μας απογεύματα.
Η περιγραφή του μοναδικού Ηλία Πετρόπουλου προσεγγίζει τις αναμνήσεις μου και τις ξαναζωντανεύει:
"... O πόλεμος κατά του κονιορτού ήταν, αφ' ενός, ιδιωτική υπόθεση και αφ΄ετέρου, φροντίδα του Δήμου. Οι μαγαζάτορες καταβρέχαν, με το ποτιστήρι ή με το λάστιχο, το πεζοδρόμιο μπροστά στο κατάστημά τους. Παρομοίως οι νοικοκυρές το απογευματάκι έριχναν νερό στην αυλή τους για να κατακάτσει η σκόνη και για να δροσίσει ο χώρος. Η φιλόκαλη δραστηριότητα των νοικοκυρών έφτανε ως τον δρόμο.
Αρχικώς, οι καταβρεχτήρες (ή ποτιστήρες) της δημαρχίας ήσανε ιππήλατοι. Ο παλιός καταβρεχτήρας δεν ήταν παρά ένα δίτροχο κάρο με ένα μεγάλο σιδερένιο βυτίο. Στο πίσω μέρος του βυτίου, χαμηλά, υπήρχε ένας οριζόντιος διάτρητος σωλήνας, από όπου έτρεχε το νερό. Έτσι, περνώντας το βυτιοφόρο κάρο κατάβρεχε τον χωματόδρομο. Κατά την διάρκεια του '30 οι δήμοι απόχτησαν αυτοκίνητους καταβρεχτήρες, που έριχναν νερό αριστερα και δεξιά, καθώς και από πίσω. Αυτοί οι καταβρεχτήρες εμφανίζονταν κάθε καλοκαίρι και αποτελούσαν την χαρά των παιδιών, που τους ακολουθούσαν ξυπόλητα."
Δημοσιεύθηκε στην εφημ. "Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία" (7 Φεβρουαρίου 1999)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου